Του Δημήτρη Κλαράκη
Οι νόμοι του Δράκοντα
Ο νόμοι του Δράκοντα στην αρχαία Αθήνα, έμειναν στην ιστορία για την ακραία αυστηρότητά τους, καθώς σύμφωνα με τον Πλούταρχο ήταν νόμοι που είχαν γραφτεί με το αίμα αναρίθμητων καταδικασμένων.
Θεμελιώδες νομικό αξίωμα είναι ότι έγκλημα δεν υπάρχει χωρίς προηγούμενο νόμο που να το προβλέπει μαζί με την επαπειλούμενη ποινή. Η ποινή πρέπει να είναι ανάλογη της βαρύτητας του τελεσθέντος εγκλήματος. Δεν πυροβολούμε περιστέρια με κανόνια. Επίσης, απ το Διαφωτισμό και εντεύθεν, σκοπός της ποινής δεν είναι η εξόντωση του δράστη, αλλά η απονομή δικαιοσύνης για να αποφευχθεί η αυτοδικία, να επιτευχθούν η κοινωνική ειρήνευση, και παράλληλα ο σωφρονισμός και η επανένταξη του δράστη. Κάθε κατηγορούμενος, δικαιούται μια δίκαιη δίκη για να υπερασπιστεί τον εαυτό του. Επίσης, δικαιούται ανθρώπινες συνθήκες κράτησης.
Κάθε λοιπόν επιχειρούμενη μεταρρύθμιση πρέπει να σέβεται αυτές τις βασικές αξίες και θεμελιώδη δικαιώματα. Η αντεγκληματική πολιτική ξεκινά απ’ την πρόληψη και καταλήγει στην καταστολή και τιμωρία. Η εγκληματικότητα οφείλεται σε πολυπαραγοντικά αίτια. Η φτώχεια, οι κοινωνικές ανισότητες, οι συνέπειες της πανδημίας, της απομόνωσης η αξιακή κρίση διαμορφώνουν ένα πολύ επικίνδυνο για την κοινωνική συνοχή μίγμα παραγόντων.
Η κυβέρνηση, δεν ασχολείται καν με τα γενεσιουργά αίτια, γιατί δεν την αφορούν, καθώς σε πολλά απ’ αυτά συμβάλλει με τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές της επιλογές. Αντιθέτως, ασχολείται μόνο με την καταστολή, την καλλιέργεια του φόβου, παραβλέποντας εσκεμμένα πως η αποτελεσματικότερη αντεγκληματική πολιτική είναι οι πολιτικές πρόληψης, δηλαδή ένα ισχυρό κοινωνικό κράτος, με δομές και παιδεία. Αυτά δηλαδή τα οποία αποδομεί συστηματικά.
Η κυβέρνηση του νόμος και τάξη, αντιμετωπίζει μια πρωτοφανή έξαρση της βαριάς εγκληματικότητας σε κάθε πεδίο. Προβαίνει στην 7η κατά σειρά τροποποίηση του Ποινικού Κώδικα μετά το έτος 2019, χωρίς μάλιστα τη συμμετοχή δικηγόρων στις νομοπαρασκευαστικές επιτροπές. Προφανώς οι απανωτές τροποποιήσεις αποδεικνύουν ότι οι προγενέστερες απέτυχαν.
Με λαϊκισμό και αφορισμούς η κυβέρνηση επισείει τη δαμόκλειο σπάθη του νέου,πιο σκληρού νόμου και ποινολογίου. Μια βασική διαπίστωση είναι ότι ενώ η χώρα πλήττεται απ τη βαριά εγκληματικότητα και το οργανωμένο έγκλημα, στόχευση της κυβέρνησης είναι η μικρομεσαία εγκληματικότητα.
Το νομοσχέδιο κινείται σε τρεις άξονες:
Α) αυστηροποίηση ποινών και ιδίως της έκτισης τους ακόμα και ποινών για πλημμελήματα, καθώς τίθενται αυστηρότερες προϋποθέσεις αναστολής της ποινής,
Β) σκοπείται η επιτάχυνση της απονομής δικαιοσύνης με την κατάργηση της ενδιάμεσης διαδικασίας και την ανάθεση της εκδίκασης πολλαπλάσιου αριθμού σοβαρότατων υποθέσεων σε δικαστήρια με μονομελή σύνθεση.
Γ) Περιστέλλονται δικαιώματα του κατηγορουμένου.
Το νομοσχέδιο επιλέγει την περαιτέρω επιβάρυνση των Καταστημάτων Κράτησης, αφού πλέον και παραβάτες για πλημμελήματα, θα οδηγούνται στη φυλακή οδηγώντας σε ασφυκτικές καταστάσεις. Γι αυτό γεννιέται η υποψία ότι έτσι ανοίγει ο δρόμος για την ίδρυση ιδιωτικών φυλακών.
Η αυστηροποίηση των ποινών δεν φαίνεται να αποδίδει έμπρακτα. Τα εγκλήματα τα οποία τελέστηκαν το 2022, με τις ήδη απ την κυβέρνηση προγενέστερα θεσπισμένες αυξημένες ποινές, ήταν αυξημένα κατά 25%. Αυτά είναι στατιστικά στοιχεία της ΕΛΑΣ. Η δε βαριά εγκληματικότητα, τα κακουργήματα δηλαδή, αυξήθηκε πάνω από 20%.
Είναι ιδιαίτερα προβληματικές όμως και οι διατάξεις που προβλέπουν μεταφορά αρμοδιοτήτων από πολυμελείς σε μονομελείς συνθέσεις δικαστηρίων, δραστικό περιορισμό της διαδικασίας των δικαστικών συμβουλίων, αύξηση των ορίων για το εφέσιμο των ποινών, περιορισμό των αιτημάτων αναβολής σε ένα, ασχέτως του λόγου, καθώς και αύξηση του κόστους άσκησης δικονομικών δικαιωμάτων.
Καμία άλλη ευρωπαϊκή χώρα δεν δικάζει κακούργημα σε δικαστήριο με μονομελή σύνθεση . Η μονομελής σύνθεση δεν παρέχει τόσα εχέγγυα ευθυκρισίας σε σχέση με τις πολυμελείς, όπου ανταλλάσσονται απόψεις, υπάρχει διαβούλευση. Αλλά και πρακτικά κάτι τέτοιο δεν είναι εφικτό να συμβεί καθώς για τη δημιουργία δύο επιπλέον δικαστηρίων -αν χωρίσει κάποιος μία τριμελή σύνθεση και την κάνει μονομελή- χρειάζονται δύο επιπλέον εισαγγελείς, δύο ακόμα αίθουσες και δύο ακόμα γραμματείς. Δηλαδή εργαζόμενοι και κτιριακές υποδομές που δεν υπάρχουν.
Ένα ακόμα προβληματικό σημείο του νομοσχεδίου είναι η εξίσωση της απόπειρας και της τετελεσμένης πράξης, αν το δικαστήριο κρίνει ότι η μειωμένη ποινή της απόπειρας δεν επαρκεί για να αποτρέψει τον υπαίτιο από την τέλεση άλλων αξιόποινων πράξεων. Είναι αδιανόητο με νομοθετικές κατασκευές να εξισώνονται η απόπειρα με το τελεσμένο έγκλημα.
Κρίσιμη είναι και η κατάργηση της εμφάνισης του μάρτυρα-αστυνομικού στο ακροατήριο. Κάτι τέτοιο σημαίνει πως δεν υπάρχει δυνατότητα εξέτασης του από συνηγόρους και δικαστικούς λειτουργούς, καταργώντας ένα μεγάλο μέρος της προφορικότητας της διαδικασίας, όπως αυτή επιτάσσεται από το Σύνταγμα. Αυτές οι διατάξεις, είναι εκτεθειμένες σε καταδίκες από το ΕΔΔΑ.
Μνείας χρήζει η αυστηροποίηση του πλαισίου της επαπειλούμενης ποινής για τη συκοφαντική δυσφήμιση, εάν τελείται δημόσια ή μέσω διαδικτύου. Αυτό συνιστά, σε συνδυασμό με τον τρόπο και τον χρόνο έκτισης πλέον των ποινών, απειλή για την ελευθερία και την ανεξαρτησία του τύπου, της ενημέρωσης. Ουσιαστικά ο δημοσιογράφος αποτρέπεται να διατυπώνει ελεύθερα την άποψή του, διατρέχοντας τον κίνδυνο να στερηθεί την ατομική του ελευθερία.
Για τους λόγους αυτούς, και πολλούς άλλους που δε μπορούν να αναλυθούν σ ένα άρθρο, οι δικηγόροι, όπως και οι λειτουργοί της Δικαιοσύνης, αντιδρούν επιστημονικά και τεκμηριωμένα.
Η κυβέρνηση προετοιμάζει την κοινωνία για περαιτέρω περιστολή δικαιωμάτων, με πρόσχημα το νόμο και την τάξη. Η βαριά όμως εγκληματικότητα, οι επαγγελματίες δολοφόνοι, τα συμβόλαια θανάτου, τα ναρκωτικά, οι δολοφονίες γυναικών απ τους συντρόφους τους, η greek mafia ουδόλως επηρεάζονται από ένα σχεδιασμό που κυνηγά τη μικρομεσαία παραβατικότητα.
Τα υπαρκτά προβλήματα στη Δικαιοσύνη δεν τα λύνει μια αποσπασματική και προβληματική κάθε τρεις και λίγο αλλαγή των νόμων, ούτε τα αστυνομικά μέτρα. Η νομοθεσία συνολικά κατ αρχάς επιβάλλεται να απλοποιηθεί, να παγιωθεί και να κωδικοποιηθεί, για να εδραιωθεί διαφάνεια και ασφάλεια δικαίου.
Η δικαιοσύνη σαφώς χρειάζεται ταχύτητα. Για να επιτευχθεί όμως απαιτούνται ανθρώπινοι πόροι, υποδομές και όχι περιστολή δικαιωμάτων ή απλούστευση διαδικασιών και κατάργηση δικλείδων. Οι δικαστές πρέπει να είναι επαρκείς σε αριθμό, κατάρτιση και να δρουν χωρίς παρεμβάσεις απ την εξουσία.
Αλήθεια τι απέγιναν οι προεκλογικά συλληφθέντες για την δολοφονία Καραιβάζ.